宝
寶
宝 ελληνικός ορισμός
bǎo
- θησαυρός
bǎo
- θησαυρός
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 宝, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 宝贝 (bǎo bèi) : μωρό
- 宝贵 (bǎo guì) : πολύτιμος