扣 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

扣 ελληνικός ορισμός

kòu

  • πόρπη

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : to knock; to kowtow;
  • : to invade; to plunder; bandit; foe; enemy;
  • : (a measure of width of cloth);
  • : healds of a loom;
  • : fledglings;

Λέξεις που περιέχουν 扣, ανά επίπεδο HSK