护
護
护 ελληνικός ορισμός
hù
- προστατεύω
hù
- προστατεύω
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Παραδείγματα ποινών με 护
-
你的护照办好了吗?
Nǐ de hùzhào bàn hǎole ma? -
坏了,我忘记带护照了。
Huàile, wǒ wàngjì dài hùzhàole. -
人们应该保护环境。
Rénmen yīnggāi bǎohù huánjìng. -
护士正在给病人打针。
Hùshì zhèngzài gěi bìngrén dǎzhēn. -
妈妈很注意保护皮肤。
Māmā hěn zhùyì bǎohù pífū.
Λέξεις που περιέχουν 护, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 3
- 护照 (hù zhào) : διαβατήριο
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 4
- 保护 (bǎo hù) : προστασια
- 护士 (hù shi) : νοσοκόμα
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 爱护 (ài hù) : διατηρώ
- 救护车 (jiù hù chē) : ασθενοφόρο
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 辩护 (biàn hù) : υπερασπίζω
- 守护 (shǒu hù) : φρουρά
- 维护 (wéi hù) : διατηρούν
- 掩护 (yǎn hù) : κάλυμμα
- 拥护 (yōng hù) : υποστήριξη