斧 Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας 斧 ελληνικός ορισμός fǔ τσεκούρι Χαρακτήρες με την ίδια προφορά 乶 : τσι 俯 : υποκλίνομαι 呒 : 呒 府 : σπίτι 弣 : λαβή του τόξου 抚 : χάδι, χαϊδεύω 拊 : ελαφρό κτύπημα 滏 : φου 甫 : (classical) barely; just; just now; 盙 : 眔 簠 : 簠 脯 : στήθος 腐 : σαπίλα 腑 : εσωτερικά όργανα 蜅 : κάβουρας 辅 : βοηθητική 郙 : xi 釜 : βραστήρας 鯆 : 鯆 黼 : κέντημα 腑 弣