蜅
                
                
                    
                    Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας
                    
                
            蜅 ελληνικός ορισμός
        
            fǔ
            
                
                    
                
                
            
            
                
            
        
        
            
                
                - κάβουρας
fǔ
- κάβουρας
