腐
腐 ελληνικός ορισμός
fǔ
- σαπίλα
fǔ
- σαπίλα
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 腐, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 豆腐 (dòu fu) : τόφου
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 腐败 (fǔ bài) : διαφθορά
- 腐烂 (fǔ làn) : σαπίλα
- 腐蚀 (fǔ shí) : διάβρωση
- 腐朽 (fǔ xiǔ) : φθορά