暴
暴 ελληνικός ορισμός
bào
- βίαιος
bào
- βίαιος
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 暴, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 暴力 (bào lì) : βία
- 暴露 (bào lù) : εκτεθειμένος
- 风暴 (fēng bào) : καταιγίδα