正 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

正 ελληνικός ορισμός

zhèng

  • θετικός

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : πολιτική
  • : ασθένεια
  • : πιστοποιητικό
  • : to admonish; to warn sb of their errors; to criticize frankly; Taiwan pr. [zheng1];
  • : τζενγκ

Παραδείγματα ποινών με 正

  • 可能他正在忙。
    Kěnéng tā zhèngzài máng.
  • 弟弟正在打篮球。
    Dìdì zhèngzài dǎ lánqiú.
  • 我正在厨房里做饭呢。
    Wǒ zhèngzài chúfáng lǐ zuò fàn ne.
  • 警察正在进行调查。
    Jǐngchá zhèngzài jìnxíng diàochá.
  • 爷爷正在听广播。
    Yéyé zhèngzài tīng guǎngbò.

Λέξεις που περιέχουν 正, ανά επίπεδο HSK