滩
灘
滩 ελληνικός ορισμός
tān
- παραλία
tān
- παραλία
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 滩, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 沙滩 (shā tān) : παραλία