珀 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

珀 ελληνικός ορισμός

  • amber

Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : σπασμένος
  • : grains in distilled liquor;
  • : myoga ginger (Zingiber mioga);
  • : δύναμη
  • : ψυχή