魄
魄 ελληνικός ορισμός
pò
- ψυχή
pò
- ψυχή
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 魄, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 魄力 (pò lì) : θάρρος
- 气魄 (qì pò) : τολμηρός