碗 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

碗 ελληνικός ορισμός

wǎn

  • γαβάθα

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : graceful; tactful;
  • : winding; as if;
  • : στεναγμός
  • : τραβήξτε
  • : αργά
  • : ensign of royalty;
  • : a field of 20 or 30 mu;
  • : abbr. for Anhui Province 安徽省[An1 hui1 Sheng3];
  • : bind up; string together;
  • : internal cavity of stomach;
  • : luxuriance of growth;
  • : ankle; fetlock; bent; crooked;

Παραδείγματα ποινών με 碗

  • 服务员,我要一碗面条。
    Fúwùyuán, wǒ yào yī wǎn miàntiáo.
  • 把米饭放在这个碗里吧。
    Bǎ mǐfàn fàng zài zhège wǎn lǐ ba.
  • 我吃一碗就可以了。
    Wǒ chī yī wǎn jiù kěyǐle.
  • 您想再喝一碗汤吗?
    Nín xiǎng zài hè yī wǎn tāng ma?

Λέξεις που περιέχουν 碗, ανά επίπεδο HSK