筒 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

筒 ελληνικός ορισμός

tǒng

  • κύλινδρος

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : to stab; to poke; to prod; to nudge; to disclose;
  • : βαρέλι
  • : ενοποιώ

Λέξεις που περιέχουν 筒, ανά επίπεδο HSK