算 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

算 ελληνικός ορισμός

suàn

  • υπολογίζω

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : Lv
  • : to regard as; to figure;
  • : garlic; CL:頭|头[tou2],瓣[ban4];

Παραδείγματα ποινών με 算

  • 我打算下个星期去旅游。
    Wǒ dǎsuàn xià gè xīngqí qù lǚyóu.
  • 我还没有结婚的打算。
    Wǒ hái méiyǒu jiéhūn de dǎsuàn.
  • 这个问题你打算怎么解决?
    Zhège wèntí nǐ dǎsuàn zěnme jiějué?
  • 将来你打算做什么工作?
    Jiānglái nǐ dǎsuàn zuò shénme gōngzuò?
  • 每个教室里都有一台计算机。
    Měi gè jiàoshì lǐ dōu yǒuyī tái jìsuànjī.

Λέξεις που περιέχουν 算, ανά επίπεδο HSK