舍
舍 ελληνικός ορισμός
shě
- υπόστεγο
shě
- υπόστεγο
Επίπεδα HSK
Λέξεις που περιέχουν 舍, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 舍不得 (shě bu de) : απρόθυμος
- 宿舍 (sù shè) : κοιτώνας
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 锲而不舍 (qiè ér bù shě) : επιμονή