射 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

射 ελληνικός ορισμός

shè

  • βλαστός

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : terrified;
  • : Japanese variant of 攝|摄;
  • : φωτογραφία
  • : name of a district in Anhui;
  • : υδροβατώ
  • : Japanese variant of 涉[she4];
  • : name of a river;
  • : κοινωνία
  • : Japanese variant of 舍;
  • : Thea sinensis;
  • : Podisma mikado;
  • : Set
  • : υποθέτω
  • : to pardon (a convict);
  • : archer's thumb ring;
  • : musk deer (Moschus moschiferus); also called 香獐子;

Λέξεις που περιέχουν 射, ανά επίπεδο HSK