射
射 ελληνικός ορισμός
shè
- βλαστός
shè
- βλαστός
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
- 慑 : terrified;
- 摂 : Japanese variant of 攝|摄;
- 摄 : φωτογραφία
- 歙 : name of a district in Anhui;
- 涉 : υδροβατώ
- 渉 : Japanese variant of 涉[she4];
- 滠 : name of a river;
- 社 : κοινωνία
- 舎 : Japanese variant of 舍;
- 蔎 : Thea sinensis;
- 蠂 : Podisma mikado;
- 設 : Set
- 设 : υποθέτω
- 赦 : to pardon (a convict);
- 韘 : archer's thumb ring;
- 麝 : musk deer (Moschus moschiferus); also called 香獐子;
Λέξεις που περιέχουν 射, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 射击 (shè jī) : κυνήγι
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 发射 (fā shè) : εκπομπή
- 反射 (fǎn shè) : αντανάκλαση
- 放射 (fàng shè) : ακτινοβολία
- 辐射 (fú shè) : ακτινοβολία
- 注射 (zhù shè) : ένεση