茫
茫 ελληνικός ορισμός
máng
- απέραντος
máng
- απέραντος
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 茫, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 茫茫 (máng máng) : απέραντος
- 茫然 (máng rán) : σε μια απώλεια