忙
忙 ελληνικός ορισμός
máng
- απασχολημένος
máng
- απασχολημένος
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Παραδείγματα ποινών με 忙
-
可能他正在忙。
Kěnéng tā zhèngzài máng. -
这个星期,我很忙。
Zhège xīngqí, wǒ hěn máng. -
你在忙什么呢?
Nǐ zài máng shénme ne? -
我去请老师帮忙。
Wǒ qù qǐng lǎoshī bāngmáng. -
这段时间我很忙。
Zhè duànshíjiān wǒ hěn máng.
Λέξεις που περιέχουν 忙, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 2
-
忙 (máng): απασχολημένος
-
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 3
- 帮忙 (bāng máng) : βοήθεια
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 匆忙 (cōng máng) : βιασύνη
- 急忙 (jí máng) : βιαστικά
- 连忙 (lián máng) : γρήγορα
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 繁忙 (fán máng) : απασχολημένος
- 忙碌 (máng lù) : απασχολημένος