蔓
蔓 ελληνικός ορισμός
màn
- άμπελος
màn
- άμπελος
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 蔓, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 蔓延 (màn yán) : εξάπλωση