漫 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

漫 ελληνικός ορισμός

màn

  • διαχέω

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά


Παραδείγματα ποινών με 漫

  • 这本书讲了一个浪漫的爱情故事。
    Zhè běn shū jiǎngle yīgè làngmàn de àiqíng gùshì.

Λέξεις που περιέχουν 漫, ανά επίπεδο HSK