补
補
补 ελληνικός ορισμός
bǔ
- μακιγιάζ
bǔ
- μακιγιάζ
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 补, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 补充 (bǔ chōng) : συμπλήρωμα
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 补偿 (bǔ cháng) : μακιγιάζ
- 补救 (bǔ jiù) : θεραπεία
- 补贴 (bǔ tiē) : επιδότηση
- 弥补 (mí bǔ) : μακιγιάζ