装
裝
装 ελληνικός ορισμός
zhuāng
- εγκαθιστώ
zhuāng
- εγκαθιστώ
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Παραδείγματα ποινών με 装
-
我的书包里装满了书。
Wǒ de shūbāo lǐ zhuāng mǎnle shū.
Λέξεις που περιέχουν 装, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 安装 (ān zhuāng) : εγκατάσταση
- 服装 (fú zhuāng) : είδη ένδυσης
- 假装 (jiǎ zhuāng) : προσποιούμαι
-
装 (zhuāng): εγκαθιστώ
- 装饰 (zhuāng shì) : διακόσμηση
- 装修 (zhuāng xiū ) : διακόσμηση
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 包装 (bāo zhuāng) : πακέτο
- 武装 (wǔ zhuāng) : ενοπλος
- 装备 (zhuāng bèi) : εξοπλισμός
- 装卸 (zhuāng xiè) : φόρτωση και εκφόρτωση