览 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος χαρακτήρας
Παραδοσιακός χαρακτήρας

览 ελληνικός ορισμός

lǎn

  • θέα

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : disappointed;
  • : τεμπέλης
  • : to monopolize; to seize; to take into one's arms; to embrace; to fasten (with a rope etc); to take on (responsibility etc); to canvass;
  • : olive;
  • : to soak (fruits) in hot water or limewater to remove astringent taste; to marinate in salt etc; to pickle;
  • : cable; hawser; to moor;
  • : Japanese variant of 覽|览;

Λέξεις που περιέχουν 览, ανά επίπεδο HSK