贯
貫
贯 ελληνικός ορισμός
guàn
- τρέχω μέσα από
guàn
- τρέχω μέσα από
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 贯, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 贯彻 (guàn chè) : υλοποιώ, εφαρμόζω
- 籍贯 (jí guàn) : ιδιαίτερη πατρίδα
- 一贯 (yí guàn) : σταθερός