惯
慣
惯 ελληνικός ορισμός
guàn
- μεταχειρισμένος
guàn
- μεταχειρισμένος
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Παραδείγματα ποινών με 惯
-
饭前洗手是好习惯。
Fàn qián xǐshǒu shì hǎo xíguàn. -
我不习惯吃太辣的菜。
Wǒ bù xíguàn chī tài là de cài. -
女儿养成了每天写日记的习惯。
Nǚ'ér yǎng chéngle měitiān xiě rìjì de xíguàn. -
我从小就养成这个习惯。
Wǒ cóngxiǎo jiù yǎng chéng zhège xíguàn. -
他已经习惯了一个人生活。
Tā yǐjīng xíguànle yīgè rén shēnghuó.
Λέξεις που περιέχουν 惯, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 3
- 习惯 (xí guàn) : συνήθεια
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 惯例 (guàn lì) : σύμβαση