鼻
鼻 ελληνικός ορισμός
bí
- μύτη
bí
- μύτη
Επίπεδα HSK
Παραδείγματα ποινών με 鼻
-
姐姐的鼻子很高,很漂亮。
Jiějiě de bízi hěn gāo, hěn piàoliang.
Λέξεις που περιέχουν 鼻, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 3
- 鼻子 (bí zi) : μύτη
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 鼻涕 (bí tì) : μύτη