挑 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

挑 ελληνικός ορισμός

tiāo

  • διαλέγω

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά


Λέξεις που περιέχουν 挑, ανά επίπεδο HSK