窍
竅
窍 ελληνικός ορισμός
qiào
- στόμιο
qiào
- στόμιο
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 窍, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 窍门 (qiào mén ) : τέχνασμα