投
投 ελληνικός ορισμός
tóu
- εκμαγείο
tóu
- εκμαγείο
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Λέξεις που περιέχουν 投, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 投入 (tóu rù ) : επένδυσε σε
- 投资 (tóu zī) : επένδυση
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 投机 (tóu jī) : κερδοσκοπία
- 投票 (tóu piào) : ψήφος
- 投诉 (tóu sù ) : καταγγελία
- 投降 (tóu xiáng) : παράδοση
- 投掷 (tóu zhì) : βολή