污 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

污 ελληνικός ορισμός

  • απόβλητα

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : γου
  • : (onom.) for humming or whimpering;
  • : to plaster; whitewash;
  • : σπίτι
  • : witch; wizard; shaman; also pr. [wu2];
  • : (literary) Oh!; Ah!;
  • : to plaster; whitewash;
  • 洿 : dig (a pond); stagnant water;
  • : ψευδής
  • : tungsten (chemistry);

Παραδείγματα ποινών με 污

  • 现在环境污染越来越严重。
    Xiànzài huánjìng wūrǎn yuè lái yuè yánzhòng.

Λέξεις που περιέχουν 污, ανά επίπεδο HSK