十
十 ελληνικός ορισμός
shí
- δέκα
shí
- δέκα
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
- 乭 : rock; phonetic 'dol' used in names (Korean kugja);
- 埘 : hen roost;
- 实 : πραγματικός
- 実 : Japanese variant of 實|实;
- 寔 : really; solid;
- 拾 : μαζεύω
- 时 : χρόνος
- 湜 : clear water; pure;
- 炻 : stoneware;
- 石 : πέτρα
- 祏 : stone shrine;
- 蚀 : έκλειψη
- 识 : η γνώση
- 食 : τροφή
- 饣 : to eat' or 'food' radical in Chinese characters (Kangxi radical 184);
- 鲥 : shad; Ilisha elongata;
- 鼫 : long-tailed marmot;
- 鼭 : a kind of rat;
Παραδείγματα ποινών με 十
-
现在十二点了。
Xiànzài shí'èr diǎnle. -
这本书三十看见钱。
Zhè běn shū sānshí kànjiàn qián. -
现在是十月。
Xiànzài shì shí yuè. -
我们从第十课开始学习。
Wǒmen cóng dì shí kè kāishǐ xuéxí. -
二十块零五分
Èrshí kuài líng wǔ fēn
Λέξεις που περιέχουν 十, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 1
-
十 (shí): δέκα
-
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 4
- 十分 (shí fēn) : πολύ
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 十足 (shí zú) : γεμάτος