趣 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

趣 ελληνικός ορισμός

  • ενδιαφέρον

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : συμβαδίζω
  • : to plow; (ancient place name);
  • : to spy; watch for;
  • : quiet; to live alone;
  • : porridge;

Παραδείγματα ποινών με 趣

  • 他对音乐极感兴趣。
    Tā duì yīnyuè jí gǎn xìngqù.
  • 我对中国文化很感兴趣。
    Wǒ duì zhōngguó wénhuà hěn gǎn xìngqù.
  • 李老师的课讲得很有趣。
    Lǐ lǎoshī de kè jiǎng dé hěn yǒuqù.
  • 这真是个有趣的梦!
    Zhè zhēnshi gè yǒuqù de mèng!
  • 我对艺术非常感兴趣。
    Wǒ duì yìshù fēicháng gǎn xìngqù.

Λέξεις που περιέχουν 趣, ανά επίπεδο HSK