害
害 ελληνικός ορισμός
hài
- κανω κακο
hài
- κανω κακο
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Παραδείγματα ποινών με 害
-
儿子非常害怕打针。
Érzi fēicháng hàipà dǎzhēn. -
他感冒了,咳嗽得很厉害。
Tā gǎnmàole, késòu dé hěn lìhài. -
他病得很厉害,住院了。
Tā bìng dé hěn lìhài, zhùyuànle. -
我害怕一个人晚上出门。
Wǒ hàipà yīgè rén wǎnshàng chūmén.
Λέξεις που περιέχουν 害, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 3
- 害怕 (hài pà) : φοβισμένος
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 4
- 害羞 (hài xiū) : ντροπαλός
- 厉害 (lì hai) : μεγάλος
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 伤害 (shāng hài ) : πλήγμα
- 危害 (wēi hài) : κανω κακο
- 灾害 (zāi hài) : καταστροφή
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 利害 (lì hài) : στοίχημα
- 迫害 (pò hài) : καταδίωξη
- 陷害 (xiàn hài) : πλαισιωμένο