成
成 ελληνικός ορισμός
chéng
- να κάνω
chéng
- να κάνω
Επίπεδα HSK
Χαρακτήρες με την ίδια προφορά
Παραδείγματα ποινών με 成
-
我们可以在网上查到考试成绩。
Wǒmen kěyǐ zài wǎngshàng chá dào kǎoshì chéngjī. -
这个苹果被分成了两块儿。
Zhège píngguǒ bèi fēnchéngle liǎng kuài er. -
你数学成绩提高了不少。
Nǐ shùxué chéngjī tígāo liǎo bù shǎo. -
这件事,在周末前必须完成。
Zhè jiàn shì, zài zhōumò qián bìxū wánchéng. -
我按时完成了任务。
Wǒ àn shí wánchéngle rènwù.
Λέξεις που περιέχουν 成, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 3
- 成绩 (chéng jì) : βαθμοί
- 完成 (wán chéng) : φέρει εις πέρας
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 4
- 成功 (chéng gōng) : επιτυχία
- 成为 (chéng wéi) : γίνομαι
- 养成 (yǎng chéng) : αναπτύσσω
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 5
- 成分 (chéng fèn) : συστατικό
- 成果 (chéng guǒ) : αποτελέσματα
- 成就 (chéng jiù) : κατόρθωμα
- 成立 (chéng lì) : καθιερωμένος
- 成人 (chéng rén ) : ενήλικας
- 成熟 (chéng shú) : ώριμος
- 成语 (chéng yǔ) : ιδίωμα
- 成长 (chéng zhǎng) : μεγαλώνοντας
- 构成 (gòu chéng) : απαρτίζω
- 形成 (xíng chéng) : μορφή
- 赞成 (zàn chéng) : συμφωνώ
- 造成 (zào chéng) : αιτία
- 组成 (zǔ chéng) : σύνθεση
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
- 成本 (chéng běn) : κόστος
- 成交 (chéng jiāo) : συμφωνία
- 成天 (chéng tiān) : ολη μέρα
- 成效 (chéng xiào) : αποτελεσματικότητα
- 成心 (chéng xīn) : επίτηδες
- 成员 (chéng yuán) : μέλος
- 达成 (dá chéng) : φθάνω
- 合成 (hé chéng) : σύνθεση
- 急于求成 (jí yú qiú chéng) : πρόθυμος για επιτυχία
- 落成 (luò chéng) : ολοκληρώθηκε το
- 现成 (xiàn chéng) : έτοιμο
- 相辅相成 (xiāng fǔ xiāng chéng) : συμπληρώστε ο ένας τον άλλον